τουρκοπούλα

τουρκοπούλα
[туркопула] ουσ. Θ. девочка-турчанка,

Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "τουρκοπούλα" в других словарях:

  • τουρκοπούλα — η, Ν 1. κορίτσι τουρκικής καταγωγής 2. ποικιλία σταφυλιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < Τούρκος + υποκορ. κατάλ. πούλα (πρβλ. βασιλο πούλα), βλ. και λ. πουλος, πουλο] …   Dictionary of Greek

  • τουρκοπούλα — η 1. κοπέλα της τουρκικής εθνότητας. 2. είδος σταφυλιού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Esmé, la petite Turque — Données clés Titre original Εσμέ, η Τουρκοπούλα (Esmé, i Tourkopoula) Réalisation Yannis Koundoulis Scénario Ilias Pergantis Sociétés de production Lyra …   Wikipédia en Français

  • σταφύλι — Ο καρπός του αμπελιού. Είναι σύνθετος βότρυς (τσαμπί) που οι ρόγες του είναι, ανάλογα με το είδος του αμπελιού, διαφόρων μεγεθών. Κάθε ρώγα περιβάλλεται από το υμένιο (πέτσα) και συνήθως έχει, στο κέντρο, μικρό κουκούτσι ή και κουκούτσια. Το… …   Dictionary of Greek

  • Περεσιάδης, Σπυρίδων — (1864 – 1918). Συγγραφέας κωμειδυλλίων και πατριωτικών δραμάτων. Έγραψε την ποιητική συλλογήΚαινούργιες δάφνεςκαι 14 θεατρικά έργα από τα οποία τα αξιολογότερα τιτλοφορούνται Χορός του Ζαλόγγου, Εσμέ η Τουρκοπούλα, Η σκλάβα, 0 μαγεμένος βοσκός… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»